Το βράδυ της 14ης Δεκεμβρίου του 577, ένας τρομερός σεισμός έπληξε την Κωνσταντινούπολη και τις γύρω περιοχές. Ήταν μεγέθους 7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ και έντασης 9 βαθμών της κλίμακας Μερκάλι, σύμφωνα με σύγχρονες έρευνες.
Ο ποιητής και ιστορικός Αγαθίας ο Σχολαστικός (530 – 582) αναφέρει ότι του σεισμού αυτού προηγήθηκαν δύο μεγάλοι σεισμοί, ο ένας τον Απρίλιο και ο άλλος τον Οκτώβριο. Κατά το σεισμό του Οκτωβρίου παρατηρήθηκε θαλάσσιο σεισμικό κύμα (τσουνάμι) στη Θράκη, που εισχώρησε στην ξηρά και προκάλεσε πολλά θύματα και μεγάλες καταστροφές. Οι σεισμοί που ακολούθησαν δεν ήταν τόσο ισχυροί, αλλά αποτελείωσαν την καταστροφή.
Ο ιστορικός Θεοφάνης ο Βυζάντιος (6ος αιώνας) αναφέρει ότι έγινε πολύ φοβερός σεισμός κι έπεσαν τα τείχη της Κωνσταντινούπολης που είχαν χτίσει ο Μέγας Κωνσταντίνος και ο Μέγας Θεοδόσιος. Δεν έμεινε περιοχή που να μην πάθει βλάβη, ενώ μεγάλες ήταν οι καταστροφές στις εκκλησίες της Πόλης. Πολλοί σκοτώθηκαν κάτω από τα ερείπια και για τρεις μέρες έμειναν άταφοι. Στον ουρανό φάνηκε λάμψη σαν λόγχη από Βορρά προς Δύση.
Ο Ιουστινιανός, αυτοκράτορας του Βυζαντίου εκείνη την περίοδο, δεν φόρεσε το στέμμα του για ένα μήνα σε ένδειξη πένθους, ενώ οι διασωθέντες πραγματοποίησαν λιτανείες στις εκκλησίες. Η Εκκλησία θυμάται το γεγονός αυτό κάθε χρόνο και το έχει εντάξει στο εορτολόγιο της 14ης Δεκεμβρίου.