Από την οικία του γιατρού-ψυχιάτρου Άγγελου Κατακουζηνού στο Σύνταγμα όλος ο πνευματικός κόσμος είχε περάσει από το σαλόνι τους, τους οποίους το ζεύγος Καρακουζηνού τους στήριζε και τους προωθούσε.
Στο διαμέρισμα της Λεωφόρου Βασ. Αμαλίας, αριθμός 4, απέναντι απ’ τον Εθνικό Κήπο, ο νευρολόγος-ψυχίατρος και λάτρης της τέχνης Άγγελος Κατακουζηνός, μαζί με την αγαπημένη του Λητώ, υποδέχονταν τους πολύτιμους φίλους τους.
Το ζευγάρι, που πορεύτηκε μαζί από την πρώτη στιγμή της συνάντησής τους, και για 50 σχεδόν χρόνια, προσέφερε απλόχερα τη φιλία του, τις αξίες και το ήθος του, ως δώρο, στήριγμα, παρηγοριά, αλλά και έμπνευση, στους ανθρώπους εκείνους, οι οποίοι σημάδεψαν με το έργο τους το πνευματικό και καλλιτεχνικό γίγνεσθαι της εποχής τους.
Σεφέρης, Ελύτης, Γκίκας, Faulkner, Χατζιδάκις, Τόμπρος, Τσαρούχης, Εμπειρίκος, Camus, Cartier-Bresson και άλλοι, πέρασαν ώρες φιλοξενίας και στοχασμού στο σπιτικό των Κατακουζηνών.
Ο Άγγελος Κατακουζηνός (1904 – 1982) ήταν Έλληνας ψυχίατρος – νευρολόγος.
Γεννήθηκε στη Λέσβο και μεγάλωσε στη Σμύρνη. Αδελφός του ήταν ο Ιωάννης Κατακουζηνός, ιδιοκτήτης ξυλουργίας και πατέρας της Λήδας Κατακουζηνού – Βαρδινογιάννη. Φοίτησε στην Ευαγγελική Σχολή και άρχισε να σπουδάζει ιατρική στο Μονπελιέ ολοκληρώνοντας τελικά τις σπουδές του στο Παρίσι ( δώδεκα χρόνια συνολικά) στα νοσοκομεία Necker και Salpetriere.
Επέστρεψε στην Ελλάδα, εργάστηκε στην Κλινική Παμμακαρίστου και ίδρυσε μια από τις πρώτες ψυχιατρικές κλινικές στην Ελλάδα στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός όντας από τους πρώτους που χρησιμοποίησε την ναρκοαναλυτική μέθοδο.
Απέκτησε διεθνή φήμη προσελκύοντας διάσημους πελάτες μεταξύ των οποίων ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Albert Camus κ.α. Υπήρξε καθηγητής ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού, μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας καθώς και μέλος της Λεγεώνας της Τιμής. Αντίθετα στην Ελλάδα δεν κατάφερε να εκλεγεί καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών καθώς σύμφωνα με το σκεπτικό του εκλεκτορικού σώματος «ήταν υπερβολικά καλός ομιλητής, πειστικός και διαυγής, συνεπώς ικανός να αποπροσανατολίσει του φοιτητές». Το 1979 προτάθηκε[3] για μέλος της Ακαδημίας Αθηνών αλλά δεν έγινε δεκτός.
Παράλληλα με την ακαδημαϊκή του δραστηριότητα ανέπτυξε αξιόλογη πολιτιστική δράση. Υπήρξε ιδρυτής του Γαλλοελληνικού Ινστιτούτου καθώς και της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης, της οποίας διετέλεσε πρόεδρος. Το 1955 εισήλθε στο διοικητικό συμβούλιο του ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ και το 1961 διετέλεσε αντιπρόεδρος αυτού. Καθοριστικές ήταν οι πρωτοβουλίες του για την προώθηση του ζωγράφου Θεόφιλου.
Το σπίτι του υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα φιλολογικά σαλόνια της εποχής ενώ ήταν προσωπικός φίλος με τους Γεώργιο Σεφέρη, Οδυσσέα Ελύτη, Νίκο Χατζηκυριάκο – Γκίκα, Ανδρέα Εμπειρίκο κ.α. Το 1997 μετά τον θάνατο της γυναίκας του, η οικία τους επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Αμαλίας δωρήθηκε στο ίδρυμα Άγγελου και Λητώς Κατακουζηνού για να λειτουργήσει ως μουσείο.
Απεβίωσε στις 28 Αυγούστου 1982 στην Αθήνα. Ήταν παντρεμένος με την συγγραφέα Λητώ Πρωτόπαππα και δεν είχε παιδιά.