Τη Δευτέρα 2 Οκτωβρίου ήχησαν και πάλι δοκιμαστικά οι σειρήνες τόσο στην Αθήνα όσο και σε όλη τη χώρα. Για πρώτη φορά, φέτος την ίδια ώρα ήχησαν και οι καμπάνες των εκκλησιών. Λίγοι γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν σε περίπτωση που ηχήσουν οι σειρήνες σε περίπτωση πολέμου, ενώ ακόμα λιγότεροι ξέρουν που βρίσκονται τα καταφύγια.
Τα καταφύγια της Αθήνας
Στην Αθήνα υπάρχουν 992 καταφύγια τα οποία υπολογίζεται ότι μπορούν να φιλοξενήσουν από 280.000 έως 360.000 κατοίκους της πρωτεύουσας. Κάποια εξ αυτών είναι δημόσια και διαθέτουν πλήρη εξοπλισμό: ύδρευση, αποχέτευση, σύστημα εξαερισμού, ακόμα και ιατρείο. Άλλα είναι ιδιωτικά και πολλές φορές αποτελούν χώρους που, σε καιρό ειρήνης, χρησιμοποιούνται για να καλύψουν άλλες ανάγκες.
Έτσι, ένα πάρκινγκ ή η αποθήκη μιας επιχείρησης μπορούν να λειτουργήσουν ως τόποι καταφυγής και προστασίας άμαχου πληθυσμού, αρκεί ο ιδιοκτήτης τους να τα εκκενώσει – όπως υποχρεούται – σε περίπτωση ανάγκης εντός 24 ωρών.
Οι πολίτες που συμμετέχουν στις ανοιχτές εκπαιδεύσεις Πολιτικής Άμυνας κάθε χρόνο μαθαίνουν που πρέπει να απευθυνθούν όταν ηχήσει ο συναγερμός, καθώς και σε ποιους χώρους συγκέντρωσης κοινού θα αναρτηθούν χάρτες και οδηγίες.
Η ακριβής τοποθεσία των καταφυγίων παραμένει απόρρητη. Η λίστα των καταφυγίων ανανεώνεται κάθε τρία χρόνια, καθώς λόγω της οικοδομικής δραστηριότητας αλλάζει συνεχώς.
Το μετρό
Σημειώνεται πως ένα ασφαλές καταφύγιο θεωρείται και το μετρό. Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, πολίτες μπορούν να αναζητήσουν προστασία όχι μόνο στις πλατφόρμες έκδοσης εισιτηρίων και τις αποβάθρες, αλλά – υπό προϋποθέσεις – και στις μήκους πολλών χιλιομέτρων σήραγγες.
Η σημασία του 112
Κατά το ίδιο δημοσίευμα το 112 αναμένεται να επεκταθεί και στην Πολιτική Άμυνα, προς άμεση ενημέρωση των πολιτών, με τις σειρήνες της τελευταίας να παραχωρούνται παράλληλα και στην Πολιτική Προστασία, προς ενημέρωση των πολιτών για τους κινδύνους από ακραία φυσικά φαινόμενα.
Από το 1936 έως το 1956 παρέμενε σε ισχύ ο νόμος για την υποχρεωτική κατασκευή καταφυγίων στις νέες οικοδομές.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, πάνω από 150 άτομα χωρά το καταφύγιο στην οδό Βουλής και 400 περίπου άτομα χωρά καταφύγιο στο κτίριο του Υπουργείου Οικονομικών στην οδό Νίκης. Ένα από τα μεγαλύτερα καταφύγια της Αθήνας είναι αυτό του Λυκαβηττού, με παλιότερες μαρτυρίες να χαρακτηρίζουν το λόφο ως «κούφιο». Η πιο γνωστή είσοδος (υπάρχουν τουλάχιστον δύο) είναι πλάι στην Εκκλησία των Αγίων Ισιδώρων και χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το καταφύγιο του Λυκαβηττού
Θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα καταφύγια στην Αθήνα με βάθος 100 μέτρων, ενώ προπολεμικά λειτουργούσε εκεί το Κέντρο Συντονισμού Αντιαεροπορικής άμυνας της Αττικής, ενώ διέθετε θέσεις πολυβολείων λαξευμένες στους βράχους. Στους χώρους του υπήρχαν υποδομές τηλεφωνικού κέντρου, ηλεκτροδότησης και παροχής νερού, όπως και χώροι υγιεινής (τουαλέτες και λουτρά). Η διαρρύθμισή του περιλαμβάνει δύο μεγάλες αίθουσες, πολλούς διαδρόμους και μικρότερους χώρους, αποθήκες, πολυβολείο και διατηρείται σε αρκετά καλή κατάσταση. Σήμερα υπάγεται στη δικαιοδοσία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
Το «βασιλικό καταφύγιο» του Αρδηττού
Το 1937 κατασκευάζεται το καταφύγιο του Αρδηττού, κατά πληροφορίες ως επέκταση υπόγειας διόδου που εξυπηρετούσε το αρχαίο στάδιο, προκειμένου να φιλοξενήσει στρατιωτική αποθήκη και καταφύγιο 1.300 ατόμων. Το καταφύγιο είχε εμβαδόν 500 τετραγωνικά μέτρα, διαθέτοντας τον μεγαλύτερο κεντρικό θάλαμο σε όλη την Αττική, ύψους 5 μέτρων.
Στη διάρκεια της Κατοχής το καταφύγιο επιτάσσεται από τους Γερμανούς, οι οποίοι το μετατρέπουν σε αποθήκη πυρομαχικών, ενώ με το πέρας του πολέμου αξιοποιείται από δυνάμεις αντιστασιακών. Ο ίδιος χώρος, ωστόσο, αναβαθμίζεται σε «βασιλικό καταφύγιο» στα χρόνια του Βασιλέα Παύλου, και για αυτό υπήρχε η φήμη ότι επικοινωνεί υπόγεια με το κτίριο των Ανακτόρων (σημερινή Βουλή), αν και κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώνεται από την υποδομή του. Πληροφορίες θέλουν την αρχική στοά του να είναι επενδεδυμένη όλη με μπετόν. Παράλληλα, διαθέτει βαριές μεταλλικές πόρτες, ενώ στο εσωτερικό του είχαν αναπτυχθεί χώροι υγιεινής και υποδομή ηλεκτροφωτισμού.