Το πρωί της 19ης Φεβρουαρίου οι αστυνομικοί ερεύνησαν δύο διαμερίσματα και μια αποθήκη στο κέντρο της ελληνικής πρωτεύουσας. Κατάσχεσαν πινέλα, σφραγίδες και δέκα έργα μικρών και μεγάλων διαστάσεων, τα οποία αποδίδονταν σε Ελληνες και ξένους καλλιτέχνες. Χθες ανακοινώθηκε ότι σχηματίστηκε δικογραφία εις βάρος πέντε ατόμων για κατάρτιση, διακίνηση και πώληση πλαστών έργων τέχνης.
Σύμφωνα με τις ελληνικές αστυνομικές αρχές, τα δέκα έργα που κατασχέθηκαν τον Φεβρουάριο εξετάστηκαν από ομάδα ειδικών της Εθνικής Πινακοθήκης, οι οποίοι συμπέραναν ότι είναι απομιμήσεις. Στη δικογραφία που σχηματίστηκε, μεταξύ των πέντε φερόμενων δραστών περιλαμβάνεται και ένας κάτοικος Αττικής που είχε κρατηθεί στη Βουλγαρία τον Φεβρουάριο για 24 ώρες.
Οι αστυνομικοί εκτιμούν ότι οι εμπλεκόμενοι ήταν ενεργοί τουλάχιστον από το 2014 και τρεις εξ αυτών είναι μέλη της ίδιας οικογένειας. Η δικογραφία που σχηματίστηκε αφορά στα αδικήματα της διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, της πλαστογραφίας, της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της αναπαραγωγής έργων που είναι αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας.
Ενας εκ των εμπλεκομένων φέρεται να φιλοτεχνούσε τους πίνακες, έχοντας μελετήσει σε βάθος την ιστορία των καλλιτεχνών, στους οποίους έπειτα αποδίδονταν τα έργα. Κατά την αστυνομία, προμηθευόταν υλικά από παλαιοπωλεία στο Μοναστηράκι και τοποθετούσε τα έργα σε φούρνους προσπαθώντας να προσδώσει σε αυτά στοιχεία γήρανσης. Βάσει της αστυνομικής έρευνας, στο πίσω μέρος του καμβά υπήρχαν χειρόγραφες σημειώσεις αφιέρωσης των έργων σε σημαίνοντα πρόσωπα περασμένων δεκαετιών, καθώς και πλαστές σφραγίδες μεταβίβασής τους. Μία εκ των εμπλεκομένων εμφανιζόταν σε υποψήφιους αγοραστές ως συλλέκτρια έργων τέχνης.
Στη δικογραφία γίνεται αναφορά και σε άλλο άτομο, ιδιοκτήτη καταστήματος κατασκευής σφραγίδων στην Αθήνα, ο οποίος φέρεται να συνεργαζόταν με τους υπολοίπους. Στις έρευνές τους τον Φεβρουάριο οι αστυνομικοί κατάσχεσαν σφραγίδες που παραπέμπουν σε επίσημους κρατικούς ή ιδιωτικούς φορείς, ιδρύματα και γκαλερί της Ελλάδας, της Γαλλίας και της Ρουμανίας.
Ακόμη, από το τμήμα Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος στην Κρήτη απευθύνθηκαν σε οίκους δημοπρασιών του εξωτερικού με τους οποίους συνεργαζόταν ένας εκ των υπόπτων. Σύμφωνα με τις αστυνομικές αρχές, κάποιοι εκ των οίκων είχαν εξετάσει τους πίνακες με δικούς τους εμπειρογνώμονες, διαπίστωσαν ότι δεν ήταν γνήσιοι και τους απέσυραν ή τους επέστρεψαν στον αποστολέα. Υπήρχαν όμως και περιπτώσεις στις οποίες άλλα έργα πωλήθηκαν σε ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο.
Ενας εκ των εμπλεκομένων φέρεται να φιλοτεχνούσε τους πίνακες, έχοντας μελετήσει σε βάθος την ιστορία των καλλιτεχνών, στους οποίους έπειτα αποδίδονταν τα έργα.
Στις 11 Μαΐου κατασχέθηκαν επιπλέον τέσσερις πίνακες και την 1η Νοεμβρίου σε νέα έρευνα που ζήτησαν οι ανακριτικές αρχές εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν άλλα πέντε έργα, 24 σφραγίδες κριτικών τέχνης και φορέων πιστοποίησης γνησιότητας πινάκων ζωγραφικής, βεβαιώσεις γνησιότητας, πινέλα και σπάτουλες ζωγραφικής, καθώς και ένας φούρνος. Αναμένεται να ακολουθήσει και γι’ αυτά νέα εξέταση και πραγματογνωμοσύνη.
Σύμφωνα με τις αστυνομικές αρχές, πραγματοποιήθηκε και έλεγχος από το ΣΔΟΕ και διαπιστώθηκε ότι δεν δηλώνονταν εισοδήματα ή επιτήδευση στις φορολογικές δηλώσεις τριών εκ των εμπλεκομένων. Σε έρευνα που έγινε σε τραπεζικούς τους λογαριασμούς εντοπίστηκαν πιστώσεις εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ από το 2016 έως τον Φεβρουάριο του 2023. Κατά την αστυνομία, τα συγκεκριμένα ποσά δεν αντικατοπτρίζουν το πραγματικό οικονομικό όφελος και εκτιμάται ότι οι πωλήσεις πινάκων στην εγχώρια αγορά γίνονταν με μετρητά.
Η δικογραφία που σχηματίστηκε στην Ελλάδα δεν ασχολήθηκε με τον πίνακα του Πόλοκ που κατασχέθηκε στη Βουλγαρία, ούτε στρέφεται κατά του Κρητικού ή της γυναίκας στη Λάρισα, καθώς δεν έχει γνωστοποιηθεί ακόμη στις ελληνικές αρχές το αποτέλεσμα της πραγματογνωμοσύνης που διενεργήθηκε στη Σόφια. Βουλγαρικά ΜΜΕ είχαν αναφέρει τότε ότι ο πίνακας ανήκε στη συλλογή του Νικολάε Τσαουσέσκου και φέρεται να είχε παραδοθεί σε έναν έμπιστο αξιωματούχο του. Κατά την ίδια εκδοχή, η κόρη του παντρεύτηκε έναν Ελληνα και έπειτα το έργο φέρεται να κατέληξε στην Αθήνα.
Το συγκεκριμένο έργο δεν είχε καταγραφεί στη βιβλιογραφία και μέχρι πρότινος ήταν διεθνώς άγνωστο. Μετά τον εντοπισμό του στη Σόφια ο Ρουμάνος υπουργός Πολιτισμού δήλωνε ότι θα διεκδικήσει τον επαναπατρισμό του, εφόσον αποδειχθεί ότι είναι αυθεντικό. Ωστόσο, ερευνητές που εξειδικεύονται στα έργα του Πόλοκ στις ΗΠΑ είχαν εκφράσει στην «Κ» τις αμφιβολίες τους για τη γνησιότητά του. Ο χημικός Νικ Πετράκο, ο οποίος είχε εργαστεί για πολλά χρόνια στο εγκληματολογικό εργαστήριο της αστυνομίας της Νέας Υόρκης, επισήμανε ότι στο παρελθόν πλαστογράφοι έχουν επιχειρήσει να αντιγράψουν τις κινήσεις του Πόλοκ χρησιμοποιώντας χρώματα και καμβά που αντιστοιχούν στην εποχή του.
Πηγή: Γιάννης Παπαδόπουλος / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ