Του Θοδωρή Λαπαναΐτη
Με τον ευρωπαϊκό αλλά και τον αμερικανικό τύπο σχετικά «ανακουφισμένο», τη κοινή γνώμη στην Ελλάδα ικανοποιημένη και την εσωκομματική αντιπολίτευση στο ΣΥΡΙΖΑ σχεδόν ενθουσιασμένη, η επίσκεψη του πρωθυπουργού στη Μόσχα και η κοινή του εμφάνιση με τον Ρώσο πρόεδρο πρέπει να θεωρείται σ’ αυτή τη φάση ως πραγματική πολιτική ανάσα για την κυβέρνηση, καθώς την ίδια στιγμή οι εξελισσόμενες διαπραγματεύσεις με την ΕΕ και το ΔΝΤ θα μπορούσαν κάλλιστα να καταλήξουν σε έναν ετεροβαρή –για την ελληνική πλευρά– οικονομικό συμβιβασμό, ενώ ανοιχτά είναι και εσωτερικά μέτωπα που θα μπορούσαν υπό προϋποθέσεις να δοκιμάσουν ακόμα και τη συνοχή του κυβερνητικού σχήματος με έμφαση τα ζητήματα της δημόσιας τάξης και ασφάλειας.
Οι υπογραφείσες συμφωνίες με τη Ρωσία – αν και δεν έχουν άμεσα ορατά αποτελέσματα τουλάχιστον στο σύνολό τους, αλλά και οι αναφορές του Αλέξη Τσίπρα με αποδέκτες Ευρωπαίους και Αμερικανούς ότι η Ελλάδα δεν θα κινείται στο διπλωματικό επίπεδο ως «αποικία χρέους», φαίνεται καταρχήν να λειτουργούν εκτονωτικά για ένα σημαντικό τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και της κοινής γνώμης που προβληματίζεται για την πορεία των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, κυρίως αισθάνεται ότι η κυβέρνηση έχει απομακρυνθεί από τις αρχικές προγραμματικές θέσεις και δεσμεύσεις της και πάνω απ’ όλα αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό τις αναφορές του Αλέξη Τσίπρα για έντιμο συμβιβασμό με την ΕΕ και το ΔΝΤ.
Σε διπλωματικό επίπεδο τα αποτελέσματα των δύο αντιπροσωπειών στη Μόσχα έδωσαν τη δυνατότητα στον Αλέξη Τσίπρα να μιλήσει για «επανεκκίνηση» των σχέσεων Ελλάδας-Ρωσίας, αλλά ταυτόχρονα να εμφανίζεται πολιτικά ως αυτόνομος έναντι του Βερολίνου και της Ουάσινγκτον, ικανοποιώντας έτσι τα αισθήματα μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Στο δια ταύτα, η κυβέρνηση κατάφερε μια συμφωνία η οποία εν μέρει αίρει τις αρνητικές συνέπειες του ρωσικού εμπάργκο στις ελληνικές εξαγωγές με τη δημιουργία κοινών ελληνορωσικών επιχειρήσεων. Από εκεί και πέρα ερωτηματικό παραμένει αν θα μπορέσει να περπατήσει στη ζωή η κατασκευή ελληνικού τμήματος του αγωγού Turkish Stream καθώς αυτό σκοντάφτει στη γεωπολιτική αντιπαράθεση ΗΠΑ, ΕΕ και Ρωσίας στην ευρύτερη περιοχή. Παράλληλα το ρωσικό ενδιαφέρον για συμμετοχή στο πακέτο των ιδιωτικοποιήσεων με αιχμή την ενέργεια και τις υποδομές, όπως τα λιμάνια της Θεσσαλονίκης και Αλεξανδρούπολης, αλλά και το σιδηροδρομικό δίκτυο αντιμετωπίζει ανάλογο πρόβλημα γεωπολιτικών αντιπαραθέσεων από τους ενδιαφερόμενους δυτικούς επενδυτές σ’ αυτούς τους τομείς.
Σε κάθε περίπτωση όμως η αναθέρμανση των σχέσεων με τη Μόσχα δεν προβλέπεται να έχει άμεσο οικονομικό αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία και στο μεταξύ ερωτηματικό παραμένει η πορεία της ελληνικής οικονομίας η οποία εξαρτάται από τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους και δανειστές της ΕΕ και του ΔΝΤ.
Στο τραπέζι των συνομιλιών στο πλαίσιο της συμφωνίας γέφυρας με τους «θεσμούς» παραμένουν τα αγκάθια για μέτρα περικοπών σε συντάξεις, εφάπαξ, η απελευθέρωση των απολύσεων, οι αυξήσεις σε φόρους και οι ιδιωτικοποιήσεις, ενώ την ίδια στιγμή αν και θα καταβληθεί η δόση στο ΔΝΤ το πρόβλημα της ρευστότητας αλλά και του δημοσιονομικού κενού για το Μάιο είναι ανοιχτό. Η τελευταία εξέλιξη είναι πως στη συνεδρίαση του Euro Working Group η ελληνική πλευρά ενίσχυσε και συγκεκριμενοποίησε με προτάσεις μέτρων τη λίστα Βαρουφάκη. Μάλιστα ο υπουργός Οικονομικών θα βρίσκεται σήμερα στο Παρίσι όπου θα έχει εκ νέου συνάντηση και με τον επικεφαλής του ΟΟΣΑ.
Αυτό που πλέον γίνεται φανερό είναι πως οι δανειστές θέλουν για να ξεκινήσουν την διαδικασία αποκατάστασης της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας όχι μόνο να συμφωνήσει η Αθήνα σε μέτρα αλλά αυτά να ψηφιστούν και από τη βουλή, κρατώντας έτσι σε αναμμένα κάρβουνα την ελληνική κυβέρνηση παρά το λιώσιμο των πάγων με τη Ρωσία.