Του Θοδωρή Λαπαναΐτη
Ουδείς είναι σε θέση να διαβεβαιώσει αυτή τη στιγμή αν η εμπλοκή που εμφανίζεται να υπάρχει στη διαπραγμάτευση σε τεχνικό επίπεδο είναι πραγματική ή όχι. Όπως επίσης ουδείς είναι σε θέση τούτη την ώρα να πει –πλην των πρωταγωνιστών- τι ακριβώς εννοεί η κυβέρνηση όταν μιλάει για πολιτική λύση στη διαπραγμάτευση
Το βέβαιο είναι ότι αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση προσανατολίζεται πάλι στην οδό της πολιτικής επίλυσης των διαφωνιών που υπάρχουν, ενώ παράλληλα έχει ανοίξει η συζήτηση για την πολιτική διαχείριση της συμφωνίας την επόμενη μέρα αμέσως μετά το κλείσιμό της.
Στο πλαίσιο αυτό έχει σημασία να καταγραφεί το γεγονός ότι ο υπουργός Εσωτερικών Νίκος Βούτσης μιλάει ανοιχτά για μια «επώδυνη συμφωνία», ο υπουργός Οικονομίας Γιώργος Σταθάκης έχει αναφέρει ευθαρσώς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει αρκετές υποχωρήσεις, ενώ παράλληλα, τόσο ο Ν. Βούτσης, όσο και άλλοι υπουργοί όπως ο Πάνος Σκουρλέτης κάνουν λόγο για προσφυγή σε εκλογές εφόσον η κυβέρνηση έχει απώλειες στην επίμαχη ψηφοφορία στη βουλή και αρθεί η δεδηλωμένη. Και μόνο το γεγονός αυτό δείχνει την κατεύθυνση στην οποία κινείται η διαπραγμάτευση. Άλλωστε η ίδια η αριθμητική και η ανθρωπογεωγραφία της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ορισμένων αμφιλεγόμενων τοποθετήσεων βουλευτών του συγκυβερνώντος κόμματος των ΑΝΕΛ επιτρέπει σενάρια απώλειας της δεδηλωμένης της κυβέρνησης.
Από τα συμφραζόμενα και κοιτώντας την εξέλιξη των γεγονότων το μήνυμα του μεγάρου Μαξίμου προς τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαφές εδώ και αρκετές μέρες: Ή ψηφίζετε ή πέφτει η κυβέρνηση. Η αρχή είχε γίνει από το Δημήτρη Παπαδημούλη ο οποίος είχε αναφέρει ότι κανείς δεν θα τολμήσει να τραβήξει το χαλί κάτω από τα πόδια του Αλέξη Τσίπρα και η επιχειρηματολογία αυτή κορυφώθηκε μέσω του υπουργού Επικρατείας Νίκου Παππά την Πέμπτη το βράδυ, όταν σημείωσε ότι «προφανέστατα» και θα τεθεί θέμα κομματικής πειθαρχίας κατά τη διαδικασία ψήφισης της συμφωνίας, καθώς όπως πρόσθεσε, δεν πρόκειται για ένα δευτερεύον νομοσχέδιο.
Ωστόσο σ’ αυτή την κατάσταση που βάζει φωτιά στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και θέτει σε δοκιμασία ακόμα και την ενότητά του, πυροδοτώντας τα σενάρια των πολιτικών εξελίξεων παρεμβάλλεται και ένα άλλο σενάριο, αυτό της οικουμενικής κυβέρνησης ή κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Το σενάριο αυτό το τροφοδοτεί ανοιχτά η ΝΔ μέσω του ίδιου του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος δηλώνει πρόθυμος για συνεννόηση προκειμένου να βγει ο Αλέξης Τσίπρας από τη δύσκολη θέση.
Υπό το φως αυτών των γεγονότων δεν ήταν καθόλου τυχαία η προ ημερών παρέμβαση του προέδρου της Κομισιόν Ζ. Κ. Γιουνκέρ ο οποίος εξέφρασε την εμπιστοσύνη του στον Αλέξη Τσίπρα, διαχωρίζοντας όμως τον πρωθυπουργό από το κόμμα του και λέγοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ένα κανονικό κόμμα. Άλλωστε αυτή η παρέμβαση του ανώτατου Ευρωπαίου αξιωματούχου έρχεται σε συνέχεια των παρεμβάσεων του διεθνούς τύπου που ουσιαστικά προτρέπουν τον Έλληνα πρωθυπουργό να αποπέμψει από τις τάξεις του κυβερνώντος κόμματος την αριστερή πτέρυγά του.
Στελέχη της εσωκομματικής αντιπολίτευσης του Αλέξη Τσίπρα επισημαίνουν με έμφαση την ενόχλησή τους ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει δώσει ποτέ μέχρι στιγμής καθαρές και απορριπτικές απαντήσεις σ’ αυτά τα σενάρια που προτρέπουν τον πρωθυπουργό σε διαγραφές στελεχών του για να υπηρετήσει την υπογραφή ενός νέου μνημονίου.
Είναι πάντως κάτι παραπάνω από προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε σοβαρό πολιτικό σταυροδρόμι, καθώς η προεκλογική του αφήγηση απέχει κατά πολύ από τη δύσκολη μετεκλογική πραγματικότητα. Το γεγονός αυτό επιδρά καταλυτικά στο σύνολο του πολιτικού συστήματος καθώς οι εξελίξεις μπορεί να οδηγούν το ΣΥΡΙΖΑ σε αδιέξοδο, ωστόσο δεν διαμορφώνουν μέσα στην κοινωνία κλίμα δικαίωσης των κομμάτων της μνημονιακής αντιπολίτευσης και αυτό αντανακλάται πρώτα απ’ όλα στην αδυναμία της ΝΔ να ανακάμψει σε επίπεδο πολιτικής και εκλογικής επιρροής.
Μάλιστα η κατάσταση γίνεται περισσότερο σοβαρή για τη ΝΔ συνολικά που δεν φαίνεται να διαθέτει αξιόπιστη διάδοχη λύση για την ηγεσία του κόμματος. Ο Αντώνης Σαμαράς παρότι θεωρείται από πλειάδα στελεχών της ΝΔ βαρίδι για την πορεία της αξιωματικής αντιπολίτευσης φαίνεται να έχει εξασφαλίσει τελευταία την ανοχή του Κώστα Καραμανλή ο οποίος δεν δείχνει διατεθειμένος να επιστρέψει στο πολιτικό προσκήνιο αυτή τη στιγμή σε ρόλο που να υπερβαίνει την ιδιότητα του βουλευτή που κατέχει σήμερα.
Σε κάθε περίπτωση όλα δείχνουν ότι αναβιώνει σε ένα καινούργιο επίπεδο το πολιτικό κλίμα της περιόδου εκείνης που διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις για την τρικομματική τότε συγκυβέρνηση Παπαδήμου στα τέλη του 2011. Χωρίς να μπορεί πάντως κανείς να προδικάσει από τώρα τις εξελίξεις και, κυρίως, παίρνοντας υπόψη το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ένα «κανονικό» αστικό κόμμα όπως το τότε κυβερνών ΠΑΣΟΚ, το βέβαιο είναι ότι δικαιώνονται όλοι εκείνοι και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ που είχαν επισημάνει ευθύς εξαρχής ότι η συζήτηση στην οποία ενεπλάκη η κυβέρνηση για μια συμφωνία –ουσιαστικά μνημονιακού τύπου, όπως και αν ονομαστεί- αργά ή γρήγορα θα επέφερε πολιτικές εξελίξεις πρώτα από όλα στον ίδιο το ΣΥΡΙΖΑ και τη σύνθεση της κυβέρνησης.
Αναμφισβήτητα αυτό για το οποίο μπορεί κανείς να μιλήσει με σιγουριά είναι ότι ανεξάρτητα από την επικράτηση του ενός ή του άλλου πολιτικού σεναρίου στο φόντο της συμφωνίας που θα προκύψει από τη διαπραγμάτευση (αν δεν μεσολαβήσει κάποιο άλλο «ατύχημα») το καλοκαίρι αυτό θα είναι το τελευταίο για τον ΣΥΡΙΖΑ έτσι όπως τον ξέραμε μέχρι σήμερα. Το τι σημαίνει αυτό στην πράξη ως προς τη γραμμή του, τη κομματική του σύνθεση και την συνολική αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού και το πρόβλημα της διακυβέρνησης αυτό θα το απαντήσουν οι ίδιες οι πολιτικές εξελίξεις.
Προς το παρόν φαίνεται ότι στην ανάρμοστη και εν πολλοίς σχέση ανωμαλίας που υπάρχει μεταξύ της χώρας και της ΕΕ –συνολικά των δανειστών- οι τελευταίοι κρατούν τα κλειδιά όχι μόνο του οικονομικού προβλήματος της χώρας αλλά και του πολιτικού, θυμίζοντας εποχές του παρελθόντος για τις οποίες και στις οποίες γράφτηκε η θεατρική παράσταση του Ιάκωβου Καμπανέλη, «το μεγάλο μας Τσίρκο».