Δεν είναι κάτι νέο. Το κάπνισμα, το υπερβολικό φαγητό και η έλλειψη άσκησης οι βασικοί παράγοντες κινδύνου για τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Σύμφωνα με τους ειδικούς το περιβάλλον που ζούμε και εργαζόμαστε και ο τρόπος ζωής μας είναι αυτά που επιβαρύνουν την υγεία της καρδιά μας.
Με αφορμή τη χθεσινή Παγκόσμια Ημέρα Καρδιάς, οι καθηγητής καρδιολογίας Δημήτρης Κρεμαστινός και Ιωάννης Λεκάκης, ανέφεραν ότι ο σχεδιασμός των πόλεων και ειδικά των μεγαλουπόλεων που στερούνται από πράσινο, δεν είναι ασφαλείς οι μεταφορές γίνονται δύσκολα, δεν ευνοούν στο ελάχιστο την υγεία και ειδικά την καρδιά. Όπως είπαν, καλό θα ήταν οι κυβερνήσεις να ρίξουν βαρύτητα στην αύξηση της γεωργίας ώστε να πέσουν οι τιμές φρούτων και λαχανικών και οι πολίτες να έχουν καλύτερη πρόσβαση σε υγιεινή τροφή ενώ η κατασκευή μερικών ποδηλατοδρόμων θα ενίσχυε την ιδέα απομάκρυνσης από το αυτοκίνητο.
Δυστυχώς όπως τόνισε ο κ. Λεκάκης, η οικονομική κρίση έχει στρέψει τον κόσμο στην κατανάλωση λιπαρών τροφών γιατί είναι φθηνότερα και στην έλλειψη άσκησης είτε γιατί δεν υπάρχει χρόνος είτε γιατί δεν μπορούν να πληρώσουν γυμναστήρια.
Ένας άλλος μεγάλος καταστροφικός παράγοντας είναι το κάπνισμα και δυστυχώς η χώρα μας είναι η 2η σε συστηματικούς καπνιστές παγκοσμίως (με πρώτη τη Ρωσία) και η πρώτη σε κατανάλωση τσιγάρων ανά καπνιστή.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2013, η Ελλάδα είναι 2η σε συστηματικούς καπνιστές μετά τη Ρωσία, ενώ είναι «πρωταθλήτρια» στην κατανάλωση τσιγάρων ανά καπνιστή, με τον αριθμό να ξεπερνά τα 2.500 ετησίως. Και όσο για τον αντικαπνιστικό νόμο απλά δεν εφαρμόζεται τόνισε ο κ. Κρεμαστινός ο οποίος έκανε έκκληση στις Αρχές να κάνουν επισταμένους ελέγχους. Όπως είπε ο καθηγητής ανάλογες προσπάθειες 30 χρόνων στη Μεγάλη Βρετανία απέφεραν τα σωστά αποτελέσματα αφού η αναλογία μη καπνιστών και καπνιστών έγινε από 1 στους 2 σε 1 στους 5.
Όμως η Ελλάδα δεν επηρεάζεται από τίποτα όπως όλα δείχνουν καθώς τα ποσοστά αντίθετα παραμένουν σταθερά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι μαθητές μας όπου σύμφωνα με στοιχεία του 2013, το 9,9% των κοριτσιών και το 10,3% των αγοριών καπνίζουν, όταν το αντίστοιχο ποσοστό το 2005 ήταν 9% και 11,3%. Ευθύνη γι αυτό φέρει και το κράτος γιατί τα τσιγάρα είναι εξαιρετικά φθηνά.