Το κτίριο του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά εγκαινιάστηκε το 1895, προάγοντας την πολιτιστική ανάπτυξη του Πειραιά και αναβαθμίζοντάς τον σε κοσμοπολίτικη πόλη. Το Δημοτικό Θέατρο ανεγέρθηκε χάρη στην πρωτοβουλία του βιομηχάνου Τρύφωνα Μουτσόπουλου, που διετέλεσε δήμαρχος Πειραιά από το 1874 έως το 1883.
Η ανέγερση του Δημοτικού Θεάτρου εγκρίθηκε σε συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου το Δεκέμβριο του 1881. Ο Τρ. Μουτσόπουλος κάλεσε τον αρχιτέκτονα του δήμου Ιωάννη Λαζαρίμο να κάνει τα πρώτα σχέδια για ένα δημοτικό θέατρο, αντάξιο της διαρκώς αναπτυσσόμενης πειραϊκής αστικής τάξης.
Ο Ιωάννης Λαζαρίμος (1849-1913) σπούδασε χωρομετρία στην Αθήνα και αρχιτεκτονική στο Παρίσι και το Βερολίνο. Το 1877 διορίστηκε ως αρχιτέκτων στο Δήμο Πειραιά και στη συνέχεια διετέλεσε καθηγητής Χωρομετρίας και Τοπογραφίας στο Σχολείο Τεχνών (Πολυτεχνείο) και στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων στον Πειραιά.
Η αποπεράτωση του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά απειλήθηκε σοβαρά δύο φορές από την ίδια τη δημοτική αρχή. Το 1888 ο μηχανικός Γ. Ζίζηλας, που διαδέχτηκε τον Ι. Λαζαρίμο στο Δήμο, πρότεινε μεταρρύθμιση του κτηρίου, ώστε να στεγάσει τα γραφεία όλων των δημοσίων και δημοτικών υπηρεσιών της πόλης, δηλαδή το δημαρχείο, την αστυνομία, την υπομοιραρχία, το ταχυδρομείο και το ειρηνοδικείο, τα τηλεγραφεία, την εφορία κλπ.
Επιπλέον, το 1891 ο δήμαρχος Θ. Ρετσίνας ανακοίνωσε τη μετατροπή του θεάτρου σε δημαρχείο και την ανέγερση νέου δημοτικού θεάτρου στους κήπους της Τερψιθέας. Τα σχέδια, όμως, του δημάρχου αντικρούστηκαν από το σύνολο του πειραϊκού τύπου, με αποτέλεσμα ο ίδιος να υποχωρήσει και να καλέσει τον αρχιτέκτονα Ernst Ziller να προχωρήσει στην αποπεράτωση του θεάτρου. Όμως, η προσφορά που έστειλε ο τελευταίος τον Απρίλιο του 1892 θεωρήθηκε ασύμφορη. Τελικά, ο δήμος ξανακάλεσε τον Ι. Λαζαρίμο, ο οποίος τον Δεκέμβριο του 1892 παρέδωσε σχέδια και προϋπολογισμό ύψους 127.000 δρχ. για τα αναγκαία έργα.
Ο Ι. Λαζαρίμος σχεδίασε ένα επιβλητικό θέατρο νεοκλασικού ρυθμού με πρόσοψη επί της Λεωφόρου Ηρώων Πολυτεχνείου (παλαιά Λεωφόρος Βασιλέως Κωνσταντίνου) και όψεις επί των οδών Βασιλέως Γεωργίου Α΄, Αγ. Κωνσταντίνου και Κολοκοτρώνη.
Το κτίριο του Δημοτικού Θεάτρου, καθώς είχε παρουσιάσει εκτεταμένες φθορές εξαιτίας του σεισμού του 1999, αναστηλώθηκε σύμφωνα με μελέτες που εγκρίθηκαν από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού. Οι εργασίες αποκατάστασης του Δημοτικού Θεάτρου συμπεριλάμβαναν τόσο τα αρχιτεκτονικά μέλη όσο και τον εσωτερικό διάκοσμο του μνημείου.
Χαρακτηρίστηκε διατηρητέο νεότερο μνημείο με την απόφαση
Χρόνος Κατασκευής : 1884-1887
Αρχιτέκτονας : Ιωάννης Λαζαρίμος
Το Θέατρο είναι ορθογώνιο, απόλυτα συμμετρικό. Η εντυπωσιακή του είσοδος οδηγεί με μια μαρμάρινη κλίμακα στο υπόστυλο προστώο με τους κίονες κορινθιακού ρυθμού και το αετωματικό πρόπυλο. Οι πλάγιες όψεις φέρουν τοξωτά ανοίγματα στη βάση και ορθογώνια στους ορόφους, ενώ διαχωρίζονται από ψευδοπαραστάδες με κορινθιακά επίκρανα. Το κτίριο απολήγει σε ορθογώνιο δώμα με αετωματική στέψη.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρόσοψη του κτιρίου με την αυστηρά συμμετρική διάρθρωσή της, το επιβλητικό πρόπυλο της εισόδου, με τις κορινθιακές κολόνες και την αετωματική επίστεψη καθώς επίσης και τα επιμέρους μορφολογικά στοιχεία όπως είναι οι ψευδοπαραστάδες με τα κορινθιακά επίκρανα στους ορόφους, τα γείσα και τα αετώματα των ανοιγμάτων, οι μπαλούστρες στις ποδιές των παραθύρων και τα φυτομορφικά κοσμήματα.
Το εσωτερικό του Θεάτρου είναι εξίσου εντυπωσιακό. Η πεταλόσχημη αίθουσα του Θεάτρου συνολικής χωρητικότητας 1300 – 1500 θεατών αποτελείται από την πλατεία, δύο σειρές θεωρείων, εξώστη και υπερώο. Η κεντρική σκηνή, διαστάσεων 11,00 μ. x 20,40 μ., υποστηρίζεται από εσοχή σκηνής, υποσκήνιο μεγάλου ύψους και πύργο σκηνής, καθώς και δύο κλιμακοστάσια. Η αίθουσα και η σκηνή πλαισιώνονται από τους χώρους υποδοχής του κοινού και υποστήριξης, όπως καμαρίνια και γραφεία.
Η κλίση του εδάφους επέτρεψε την κατασκευή χώρων καταστημάτων στις τρεις πλευρές του κτιρίου, η ενοικίαση των οποίων ενίσχυε την κάλυψη των οικονομικών και λειτουργικών αναγκών του Θεάτρου.